Μια αποκαλυπτική συνέντευξη στον Αντώνη Σρόιτερ και την «Πρώτη Λέξη» , παραχώρησε ο γνωστός ποινικολόγος, Αλέξης Κούγιας, ο οποίος μίλησε ανοιχτά για τη διαδρομή του στη δικηγορία, τις σημαντικότερες στιγμές και απογοητεύσεις της καριέρας του, αλλά και για τις προσωπικές επιθυμίες και απόψεις.
Όπως είπε, μετράει μόνο τις υποθέσεις που έχει αναλάβει και αφορούν ανθρωποκτονίες, οι οποίες ξεπερνούν τις 1.000. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση δήλωσε πως η μεγαλύτερη υπόθεση της καριέρας του ήταν η χρόνια αντιπαράθεση της οικογένειας Αγγελοπούλου, στην οποία εκπροσωπούσε τον Θεόδωρο και τη Γιάννα Αγγελοπούλου, καθώς και τον πατέρα του Θεόδωρου, Παναγιώτη Αγγελόπουλο, απέναντι στον Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο και τα παιδιά του. Η υπόθεση, όπως ανέφερε, διήρκεσε 12 χρόνια και είχε διεθνή απήχηση λόγω των περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονταν σε όλο τον κόσμο. Είπε ωστόσο, πως έγινε πλούσιος από αυτή την υπόθεση.
Στη συνέχεια, ο ποινικολόγος αναφέρθηκε στις μεγαλύτερες «ήττες» της καριέρας του, ξεχωρίζοντας την υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου και τη δίκη του Επαμεινώνδα Κορκονέα. Στην περίπτωση Κορκονέα, οι ένορκοι καταδίκασαν τον κατηγορούμενο για εκ προθέσεως ανθρωποκτονία «κάτι που δεν υπήρχε», είπε, σε μία εξέλιξη που τον επηρέασε βαθιά.
Δείτε βίντεο από την συνέντευξη:
Για την υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου, ο Αλέξης Κούγιας δήλωσε ότι αν τελικά καταδικαστεί η κατηγορούμενη, θα σκεφτεί σοβαρά αν πρέπει να συνεχίσει την καριέρα του, καθώς νιώθει «ανασφαλής» για την κρίση των δικαστηρίων. Δήλωσε δε, απόλυτα βέβαιος για την αθωότητα της Πισπιρίγκου, τονίζοντας ότι δεν θα υπερασπιζόταν ποτέ μια μητέρα που σκότωσε τα τρία της παιδιά. Αποκάλυψε επίσης πως είχε αρνηθεί να αναλάβει την υπόθεση, καθώς δεν είχε διαβάσει τη δικογραφία, ενώ υπογράμμισε πως η υπεράσπισή της δεν έχει κανένα οικονομικό ενδιαφέρον για τον ίδιο.
Μιλώντας για τις υποθέσεις που δεν αναλαμβάνει ποτέ, είπε πως πρόκειται για αυτές που αφορούν τοκογλυφία λόγω προσωπικής εμπειρίας με περιουσία που έχασε ο πατέρας του, χαρακτηρίζοντας τους τοκογλύφους ως τους «χειρότερους ανθρώπους». Εξέφρασε επίσης τη δυσαρέσκειά του για τα funds που «παίρνουν τα σπίτια των ανθρώπων», θεωρώντας ότι το φαινόμενο έχει λάβει διαστάσεις βιομηχανίας.
Αναφερόμενος στις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, σχολίασε πως υπάρχει από πίσω μία βιομηχανία καταγγελιών, λέγοντας πως άνθρωποι δίχως ηθική προχωρούν σε καταγγελίες χωρίς να τους νοιάζει αν καταστρέφουν ζωές. Αποκάλυψε μάλιστα ότι στο παρελθόν είχε δώσει ένα χαστούκι σε μια γυναίκα το οποίο έχει «σκυλομετανιώσει». Πολλές φορές αυτό μπορεί να συμβεί, λανθασμένα, από έρωτα. Όπως είπε, δεν αναφέρεται για τις περιπτώσεις συστηματικής κακοποίησης, οι οποίες καταστρέφουν και στιγματίζουν ζωές, όπως των παιδιών. Τόνισε πως το γεγονός αυτό δεν αφορά συστηματική κακοποίηση και εξήγησε ότι πρόκειται για μια πράξη απελπισίας, η οποία στιγματίζει τη ζωή των παιδιών.
Σχετικά με την οικονομική του κατάσταση αλλά και τις περιπτώσεις ποινικολόγων οι οποίοι εμφανίζονται ως μεγαλοδικηγόροι στα Μέσα Ενημέρωσης, είπε πως δεν γίνεται κανείς πλούσιος αναλαμβάνοντας «μία-δύο μεγάλες υποθέσεις», αλλά μέσω σκληρής δουλειάς και προσωπικών θυσιών. Ο ίδιος αποκάλυψε ότι μεγάλωσε σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, γι’ αυτό και έχει την άποψη ότι πρέπει «να βλέπεις τον κόπο σου», επενδύοντας σε ακίνητα.
Όσον αφορά την πολιτική, δήλωσε ότι ποτέ δεν ασχολήθηκε ενεργά, παρά τις επανειλημμένες προτάσεις. Αποκάλυψε πως ο Κώστας Καραμανλής τον είχε καλέσει στη Ρηγίλλης, όταν ήταν δημοτικός σύμβουλος, και του είπε ότι «τον είχαν μετρήσει για πάνω από 300.000 σταυρούς», αλλά ο ίδιος απάντησε ότι δεν θα ήθελε να εκτεθεί στη Βουλή, λόγω των «παθών» του με τα ωραία αυτοκίνητα και τις ομάδες. «θα με κράζανε αν με έβλεπαν στη Βουλή με ακριβό αυτοκίνητο, εκεί όλοι παριστάνουν τους φτωχούς», είπε.
Στα ζητήματα της προσωπικής του ζωής, ο κ. Κούγιας παραδέχτηκε ότι το διαζύγιό του με την Εύη Βατίδου, ήταν γεμάτο εντάσεις, αλλά σημείωσε ότι ποτέ δεν εξέθεσε την προσωπική του ζωή. Τόνισε ότι δεν θα παντρευόταν ξανά, λέγοντας πως αυτή την περίοδο η ζωή του είναι «μία χαρά».
Αναφερόμενος στην περιπέτεια υγείας του, ο ποινικολόγος παραδέχτηκε ότι διαγνώστηκε με καρκίνο, αλλά δεν άλλαξε τίποτα στην καθημερινότητά του. Έκανε χημειοθεραπείες και συνέχισε να πηγαίνει στα δικαστήρια. «Ξέρεις ότι θα πεθάνεις», είπε, «αλλά πρέπει να ζεις όμορφα».
Κλείνοντας, είπε πως δεν θα πάρει ποτέ σύνταξη και πως «θα τον πάρουν από κανά δικαστήριο», ή από κάποιο μέρος που αγαπά, κάνοντας κάποιο από τα χόμπι του. Για τους νέους δικηγόρους, τους συμβούλεψε να ξυπνούν νωρίς και να δουλεύουν σκληρά, ενώ τόνισε ότι είναι κατά της ιδιωτικής ανώτατης εκπαίδευσης, καθώς δεν θεωρεί πως κάποιος που δεν μπορεί να γράψει μια έκθεση είναι κατάλληλος για το επάγγελμα του δικηγόρου.