Η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις τροφοδοτείται καθημερινά από την πλευρά της Άγκυρας και λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Η επιθετική ρητορική Ερντογάν, που έφτασε μέχρι του σημείου να μας απειλεί πως θα μας καταστρέψει σε… άπταιστα ελληνικά, πλαισιώνεται και υποδαυλίζεται από πολεμικές κορόνες τόσο της αυλής του όσο και των πολιτικών αντιπάλων του. Και αυτή η πλειοδοσία επιθετικότητας και πολεμοκαπηλίας από όλους τους «απέναντι» δεν φαίνεται να έχει καλό τέλος, από τη στιγμή που έχουν αρχίσει ήδη όλοι να αυτοπαγιδεύονται στα λεγόμενά τους. Και με τον τουρκικό λαό να παρακολουθεί και να βλέπει μόνο αποτυχίες, στην οικονομία, στη δημοκρατία, στα κοινωνικά δικαιώματα, στις ευκαιρίες εξέλιξης και απασχόλησης, μια ακόμα «ήττα», μέσω μιας αναδίπλωσης που μόνο ως υποχώρηση θα ερμηνευτεί, σημαίνει αυτομάτως και «μαύρο» στις επόμενες εκλογές στον πρόεδρο που σέρνει τον χορό και που μόλις ανακοίνωσε την εκ νέου υποψηφιότητά του.
Στα καθ’ ημάς υπάρχει άλλο κλίμα, μακριά από τις εξαλλοσύνες και τις ακρότητες της Τουρκίας. Υπάρχει αποφασιστικότητα αλλά και ψυχραιμία, προετοιμασία για οτιδήποτε προκύψει αλλά και νηφαλιότητα ώστε να μη γίνουν λάθη, διάθεση για αποτροπή του «μοιραίου» αλλά και σταθερότητα πως αν απαιτηθεί θα υπάρξει απάντηση. Στο χαώδες πολιτικό σκηνικό των γειτόνων, στην Αθήνα υπάρχει μια κυβέρνηση που τοποθετείται μετρημένα χωρίς να αφήνει αναπάντητο τίποτα, ένας πρωθυπουργός που διατηρεί και ενισχύει τις στρατηγικές συμμαχίες του προηγούμενου διαστήματος, ένα ΥΠΕΞ που επιχειρηματολογεί με επίσημα έγγραφα, με άρθρα του διεθνούς δικαίου και με τις καταχωρημένες συνθήκες ειρήνης έναντι των ανιστόρητων και αβάσιμων τουρκικών ισχυρισμών και ένα πολιτικό προσωπικό που ξέρει να ομονοεί μπροστά στον εθνικό κίνδυνο. Και βέβαια, υπάρχουν και οι Ένοπλες Δυνάμεις, πρόσφατα ενισχυμένες αλλά πάντοτε παρούσες, άγρυπνοι φύλα- κες της εθνικής κυριαρχίας.
Ο Ερντογάν πιέζεται από τις αρνητικές δημοσκοπήσεις. Προσπαθεί να διασώσει το πολιτικό κεφάλαιό του μέσα από λεονταρισμούς και τσαμπουκάδες, να διατηρήσει πάση θυσία τις ελπίδες επανεκλογής του κι ας παίξει στα ζάρια τη χώρα του και τους πολίτες της. Αντιθέτως, ο Μητσοτάκης είναι βάσει των δημοσκοπήσεων ο καταλληλότερος για να χειριστεί τα εθνικά θέματα, διατηρεί απόλυτα συνεπή στάση στα όσα έχει θέσει εξαρχής για τα εθνικά, αλλά και έτσι να μην ήταν, δεν θα ρίσκαρε ποτέ το μέλλον της χώρας και των Ελλήνων. Και το αποτέλεσμα αυτής της σύγκρισης το βλέπουν, εντός και εκτός, φίλοι, σύμμαχοι και εχθρο