Από το 1949, ενημέρωση με αξιοπιστία

Πώς επιλέγω ψυχοθεραπευτή; Όσα πρέπει να γνωρίζετε πριν… καθίσετε στην πολυθρόνα

Από τον ΛΕΞ στον Εθισμό η φιγούρα του ψυχολόγου έχει αρχίσει πλέον να εμφανίζεται και στους στίχους της undeground rap. Ο μήνας που βγαίνει με δυσκολία, δουλειές που τεντώνουν τον εργαζόμενο, αβεβαιότητα για το μέλλον, ερωτικές σχέσεις χωρίς σύνδεση και γονείς που δεν διάβασαν το εγχειρίδιο πριν κάνουν παιδιά, έχουν αναγκάσει όλο και περισσότερους να παραδεχθούν πως χρειάζονται βοήθεια και να την αναζητήσουν, χτυπώντας την πόρτα ενός ειδικού ψυχικής υγείας. Ωστόσο, πώς κάνει κανείς την πιο ωφέλιμη επιλογή σε ένα πολυδαίδαλο πεδίο απαρτιζόμενο από «ψυχολόγους», «ψυχοθεραπευτές», «συμβούλους» και δεκάδες θεραπευτικές προσεγγίσεις;

Ψυχολόγο, ψυχοθερεπευτή ή σύμβουλο ψυχικής υγείας;

 

«Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουμε ένα νομικό πλαίσιο, το οποίο να περικλείει την ιδιότητα του ψυχοθεραπευτή, ώστε να μπορούν να τον ασκήσουν πολλοί συγκεκριμένα άτομα. Εκεί ξεκινάει και το πρόβλημα, γιατί  για να είναι κάποιος ψυχοθεραπευτής πρέπει να έχει ολοκληρώσει τη βασική του εκπαίδευση. Να έχει τελειώσει ψυχολογία από κάποιο Πανεπιστήμιο ή Κολέγιο και μετά έχει παρακολουθήσει κάποιο είδος εξειδίκευσής. Μετεκπαίδευση, σε κάποιο είδος ψυχοθεραπείας», εξηγεί, μιλώντας στο ethnos.gr η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια, Νεφέλη Αγγελοπούλου.

 

«Δεν έχουμε έναν κεντρικό κατάλογο που να γράφει τι έχει τελειώσει ο καθένας. Κάποιες πλατφόρμες έχουν ξεκινήσει να ζητούν από τους θεραπευτές την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και τώρα από ό,τι καταλαβαίνω μπαίνει στη συζήτηση το να ζητάνε και τα αποδεικτικά ότι έχεις ολοκληρώσει κάποια εξειδίκευση», συμπληρώνει.

Η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Δέσποινα Μαυρίδου εφιστά προσοχή στη σύγχυση που δημιουργεί ο τίτλος «σύμβουλος ψυχικής υγείας». «Υπάρχει ένα παραθυράκι στην Ελλάδα που επιτρέπει να ανοίξει κανείς γραφείο σαν σύμβουλος ψυχικής υγείας χωρίς να υπάρχει καμία συγκεκριμένη απαίτηση όσον αφορά την εκπαίδευση».

Πώς επιλέγω θεραπευτική προσέγγιση;

 

«Ένας σύμβουλος ψυχικής υγείας μπορεί να έχει ολοκληρώσει μια ψυχοθεραπευτική εκπαίδευση και να έχει πρώτο πτυχίο πάνω σε οτιδήποτε. Μπορεί όμως να έχει κάνει και μερικά σεμινάρια ή να έχει κάνει μια εκπαίδευση στο life coaching, που είναι άλλος τομέας εντελώς. Μπορεί να είναι χρήσιμο για κάποιον να δει έναν life coach, αλλά τουλάχιστον να  γνωρίζει ότι αυτό που κάνει είναι life coaching και όχι ψυχοθεραπεία», προσθέτει.

 

Τα θεραπευτικά μοντέλα είναι πολλά και διακρίνονται στη βάση της χρονικής διάρκειας. Προκειμένου να επιλέξει κανείς το κατάλληλο θα πρέπει να προσδιορίσει τον στόχο του:  είναι να τροποποιήσει μία δυσφορική κατάσταση ή να τροποποιήσει δυσλειτουργικά στοιχεία της προσωπικότητας του, που επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο σχετίζεται με τον κόσμο. «Για κάποιες διαταραχές ή για κάποιους ανθρώπους ταιριάζουν καλύτερα συγκεκριμένες προσεγγίσεις. Όταν έχουμε έναν άνθρωπο με κρίση πανικού και με έντονο άγχος, θέλουμε να ανακουφιστεί το έντονο άγχος σχετικά άμεσα για να μπορέσει να ολοκληρώσει τη θεραπευτική διαδικασία. Επομένως, εκεί θα πήγαινα σε βραχυπρόθεσμα μοντέλα για άμεση τροποποίησή της κατάστασης, όπως τη γνωσιακή-συμπεριφορική. Όταν υπάρχουν ζητήματα με τον εαυτό μας. Θέλουμε να δούμε πως λειτουργούμε, γιατί λειτουργούμε έτσι, γιατί έχουμε κάποια συγκεκριμένα μοτίβα στη ζωή θα πήγαινα σε μία ψυχαναλυτική προσέγγιση», εξηγεί η Νεφέλη Αγγελοπούλου.

«Η γνωσιακή -συμπεριφοριστική στοχεύει σε συγκεκριμένα συμπτώματα και να αλλάξει συγκεκριμένες συμπεριφορές και τρόπους σκέψης. Είναι μία προσέγγιση που τα τελευταία χρόνια έχει ανέβει σε δημοφιλία. Ένας βασικός λόγος είναι ότι είναι λιγότερο χρονοβόρα και έχει λιγότερο κόστος. Αν κάποιος τώρα θέλει να μπει σε μεγαλύτερο βάθος και είναι έτοιμος για κάτι μακροχρόνιο μπορεί να κοιτάξει προς την ψυχανάλυση, την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία ή και τη συστημική. Η συστημική μπορεί να είναι και βραχυχρόνια και μακροχρόνια και είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, όταν κάποιος θέλει να δει το θέμα του μέσα στο σύστημα στο οποίο εκδηλώνεται», τονίζει η Δέσποινα Μαυρίδου.

 

Μετά από λίγες συνεδρίες ο θεραπευμένος θα είναι σε θέση να αντιληφθεί αν μπορεί να ανοιχτεί στον θεραπευτή, ώστε να διαμορφωθεί μεταξύ τους, η λεγόμενη θεραπευτική σχέση.  «Η εμπιστοσύνη είναι πολύ σημαντική. Να νιώθουμε ότι έχουμε έναν επαγγελματία απέναντί μας που είναι όντως εκεί και δεν μας κρίνει. Κάτι δεν πάει καλά αν νιώθω ότι ο ψυχολόγος ή ο ψυχοθεραπευτής με κρίνει για τις επιλογές μου, για τη ζωή μου», επισημαίνει  και προσθέτει «Δεν είναι δουλειά μας να κρίνουμε τους ανθρώπους. Δουλειά μας είναι να τους βοηθήσουμε να κατανοήσουν τα προβλήματά τους και να δείξουμε νέους δρόμους. Ας πούμε πως έρχεται κάποιος/α που δεν έχει μια σταθερή ερωτική συντροφική σχέση. Έχει πολλές διαφορετικές σχέσεις, ίσως και παράλληλες. Μπορεί με κάποιο τρόπο να δυσκολεύεται σε αυτή τη συνθήκη.  Όμως δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να νιώσει ότι ο επαγγελματίας θεωρεί λάθος τις επιλογές του/ης».

Τι να περιμένω;

 

Λόγω των εύθραυστων δυναμικών που χαρακτηρίζουν τη θεραπευτική σχέση οι ψυχοθεραπευτές δεσμεύονται από τον κώδικα δεοντολογίας. «Οι θεραπευτές έχουμε συγκεκριμένα όρια. Δεν είναι φίλοι μας. Δεν μοιράζεται ο θεραπευτής πληροφορίες για τη ζωή του σε οποιαδήποτε θεραπευτική προσέγγιση. Άλλο να πει μία κουβέντα για κάτι κι άλλο να συζητάμε για τη ζωή του θεραπευτή μας. Να νιώθουμε και όντως να ισχύει το απόρρητο. Δεν μπορεί να μας ακούνε άλλοι άνθρωποι ή ξέρω εγώ, να πάρει τη μαμά μας ο θεραπευτής και να της είπε αυτά που λέμε. Γιατί συμβαίνουν αυτά», υπογραμμίζει η Νεφέλη Αγγελοπούλου.

 

Σε κάθε περίπτωση πριν κανείς ξεκινήσει ψυχοθεραπεία θα πρέπει να λάβει υπόψη πως  δεν είναι ούτε ένας εύκολος ούτε ένας γρήγορος τρόπος να αγοράσει έναν ιδανικό εαυτό, ωστόσο με εστιασμένη δουλειά μπορεί να δει τον εαυτό του να αλλάζει. «Άλλοι άνθρωποι δεν γινόμαστε. Πηγαίνουμε για ψυχοθεραπεία έχοντας κάποιο στόχο. Σημαίνει ότι κάτι δεν λειτουργούσε, κάτι δεν πήγαινε καλά, είτε έχει να κάνει με κάποια διαταραχή είτε έχει να κάνει με τη ζωή μας, με τα μοτίβα των σχέσεων που έχουμε, με τη δουλειά μας. Κάτι δεν πηγαίνει καλά. Μπαίνουμε σε μια διαδικασία από κοινού με τον θεραπευτή μας να δουλέψουμε πάνω σε αυτό το στόχο που έχουμε θέσει και να τροποποιήσουμε κομμάτια δικά μας, έτσι ώστε να μην δυσλειτουργούμε ή να μην δυσφορούμε. Η προσδοκία που θα πρέπει να έχουμε είναι να λυθεί αυτό το οποίο εξ αρχής είχαμε στο μυαλό μας. Δεν θα λυθεί σε μια εβδομάδα, ούτε σε δύο. Θα λυθεί σε ένα χρονικό διάστημα ανάλογα με την προσέγγιση. Συνήθως ενημερώνουν οι θεραπευτές ότι θέλουν κάποιο χρονικό διάστημα.Αν βλέπουμε ότι δεν πάνε τα πράγματα προς τα εκεί, κάπου πρέπει να το γυρίσουμε στον ψυχοθεραπευτή μας και να πούμε “νιώθω πως δεν λειτουργεί”», εξηγεί η Νεφέλη Αγγελοπούλου.

Διαβάστε ακόμη

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΑΠΟΔΟΧΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ