Το νησί της Ρόδου, συχνά αποκαλούμενο το «διαμάντι της Δωδεκανήσου», κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στο χώρο της αρχαιολογίας, καθώς διαθέτει ένα πλούσιο πολιτισμικό και ιστορικό απόθεμα που προσελκύει χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Η πόλη της Ρόδου είναι χαρακτηρισμένη ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς από την UNESCO, επιβεβαιώνοντας τη σημασία της σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, η εικόνα που παρουσιάζει η διαχείριση και συντήρηση των αρχαιολογικών της χώρων κάθε άλλο παρά αντάξια της ιστορικής της κληρονομιάς είναι.
Η Εγκατάλειψη των Αρχαιολογικών Χώρων
Ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της Ρόδου, η Αρχαία Κάμειρος, έχει εγκαταλειφθεί σε τέτοιο βαθμό, που τα μνημεία της πνίγονται από χορτάρια και γεμίζουν σκουπίδια. Η ίδια εικόνα παρατηρείται και σε πολλά άλλα μνημεία της περιοχής, τα οποία φαίνονται να «παλεύουν» με τη φθορά του χρόνου και την έλλειψη φροντίδας. Η αίσθηση εγκατάλειψης είναι διάχυτη, προκαλώντας ερωτηματικά για το πού κατευθύνονται τα κονδύλια που η αρχαιολογική υπηρεσία λαμβάνει από την Ευρωπαϊκή Ένωση με σκοπό τη συντήρηση και την αναβάθμιση των χώρων αυτών.
Το Πρόβλημα της Καθαριότητας στο Ιστορικό Κέντρο
Το πρόβλημα της καθαριότητας δεν περιορίζεται στους απομακρυσμένους αρχαιολογικούς χώρους· είναι εμφανές ακόμα και στην καρδιά της Παλιάς Πόλης. Οι ελλείψεις σε κάδους απορριμμάτων και η γενική εικόνα εγκατάλειψης δημιουργούν ένα δυσάρεστο περιβάλλον για τους επισκέπτες και τους κατοίκους, ενώ η φθορά των μνημείων επιδεινώνεται. Μνημεία όπως η Ακρόπολη της Λίνδου και τα μεσαιωνικά κτίσματα τη ς Παλιάς Πόλης καταρρέουν, καθώς δεν λαμβάνουν τη φροντίδα που απαιτείται για τη διατήρησή τους.
Πού Κατευθύνονται τα Κονδύλια;
Με την Ευρωπαϊκή Ένωση να παρέχει χρηματοδοτήσεις για τη συντήρηση των ιστορικών και αρχαιολογικών θησαυρών της Ρόδου, το ερώτημα για το πώς χρησιμοποιούνται τα κονδύλια αυτά είναι εύλογο. Η εικόνα των εγκαταλειμμένων χώρων, σε συνδυασμό με την αδυναμία της αρχαιολογικής υπηρεσίας να διαχειριστεί αποτελεσματικά τα έργα συντήρησης, δημιουργεί ανησυχίες για την αποδοτικότητα αυτών των πόρων και τη διαφάνεια της διαχείρισής τους.
Η Αντιπαράθεση με τους Τοπικούς Επιχειρηματίες
Παράλληλα με την αμέλεια των αρχαιολογικών χώρων, η αρχαιολογική υπηρεσία επιλέγει να ασκεί πιέσεις στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αρχαιολογικούς χώρους, είτε μέσω προστίμων είτε με απειλές για λουκέτα. Το παράδοξο είναι ότι πολλοί από τους επιχειρηματίες αυτούς, με δικά τους χρήματα και φροντίδα, συντηρούν τους χώρους όπου βρίσκονται τα καταστήματά τους, συμβάλλοντας έτσι στη διατήρηση των μνημείων. Αντί η αρχαιολογική υπηρεσία να αναγνωρίσει τη συμβολή τους και να υποστηρίξει αυτές τις προσπάθειες, προτιμά να επιβάλλει περιορισμούς, αγνοώντας τις ίδιες τις υποχρεώσεις της προς τη συντήρηση των μνημείων.
Μια Κληρονομιά που Κινδυνεύει να Χαθεί δραστηριοποιούνται σε αρχαιολογικούς χώρους, είτε μέσω προστίμων είτε με απειλές για λουκέτα. Το παράδοξο είναι ότι πολλοί από τους επιχειρηματίες αυτούς, με δικά τους χρήματα και φροντίδα, συντηρούν τους χώρους όπου βρίσκονται τα καταστήματά τους, συμβάλλοντας έτσι στη διατήρηση των μνημείων. Αντί η αρχαιολογική υπηρεσία να αναγνωρίσει τη συμβολή τους και να υποστηρίξει αυτές τις προσπάθειες, προτιμά να επιβάλλει περιορισμούς, αγνοώντας τις ίδιες τις υποχρεώσεις της προς τη συντήρηση των μνημείων.
Μια Κληρονομιά που Κινδυνεύει να Χαθεί.
Η Ρόδος, με τη μοναδική αρχαιολογική της κληρονομιά, αξίζει την πλήρη αφοσίωση και φροντίδα από το κράτος και τις αρμόδιες αρχές. Η διατήρηση των μνημείων δεν είναι μόνο ζήτημα πολιτιστικής αξίας, αλλά και ουσιαστικό μέρος της τουριστικής και οικονομικής ανάπτυξης του νησιού. Η αδράνεια και η αδιαφορία από πλευράς της αρχαιολογικής υπηρεσίας πλήττουν τόσο την πολιτιστική κληρονομιά όσο και τη φήμη της Ρόδου ως τουριστικού προορισμού.
Αντί η Ρόδος να αποτελεί έναν προορισμό όπου η ιστορία της αναδεικνύεται με σεβασμό και φροντίδα, κινδυνεύει να μετατραπεί σε έναν τόπο όπου τα μνημεία καταρρέουν και η πολιτιστική κληρονομιά ξεθωριάζει. Η ανάγκη για ουσιαστική παρέμβαση και αυξημένη διαφάνεια στη διαχείριση των πόρων είναι πιο επιτακτική από ποτέ, ώστε το «διαμάντι της Δωδεκανήσου» να λάμψει ξανά όπως του αξίζει.